Πηγή: Αρχαιολ. Λάζαρος Δεριζιώτης - Σπύρος Κουγιουμτζόγλου. Από το Θεσσαλικό Ημερολόγιο -51ος Τόμος, έτος 2007.
Τρία περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Δολίχης και σε μικρή απόσταση από τη θέση της Αγίας Τριάδας Μηλέας (3 χλμ.) βρίσκεται το ΚΑΣΤΡΙ. Η θέση αυτή εντοπίζεται επί ενός λόφου με μέγιστο υψόμετρο 5,13 μ. που σχηματίζει πλάτωμα εκτάσεως 7 περίπου στρεμμάτων. Η βόρεια και δυτική πλευρά του λόφου παρουσιάζει απότομες πλαγιές που πιθανότατα να σχηματίστηκαν από τη διάβρωση των πετρωμάτων (αργιλώδη) αφού από κάτω περνά ο ποταμός Τιταρήσιος ο οποίος δημιούργησε μία πλατιά κοίτη.
Φωτογραφία Ολύμπου από το Καστρί
Ο Γάλλος περιηγητής Leon Heuzey, που επισκέφθηκε την περιοχή της Περραιβίας κατά το 1860, αναφέρει στο έργο του ότι θα τοποθετούσε καλύτερα τη μία από τις 3 πόλεις της Τριπολίτιδος, ανάλογα με τα ερείπια που συναντούμε προχωρώντας προς τα δυτικά, σε απόσταση ενός μιλίου, στο ΚΑΣΤΡΙ και ότι κάποτε εκεί υπήρξε οχυρωμένη πόλη και βρέθηκαν νομίσματα και επιγραφές.
Λίγα χρόνια μετά τον Heuzey επισκέφθηκε την περιοχή ο Νικόλαος Γεωργιάδης και αναφέρει ότι θεωρεί τη θέση της αρχαίας Δολίχης στη θέση Καστρί.
Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος γράφει ότι: «Δολίχη δέ επί της θέσεως Καστρί παρά τό χωρίον Δούχλιστα, ου τό όνομα φαίνεται ον τό Δολίχης αυτής παρεφθαρμένογ τήν γνώμην ταύτην, ην πάντες σχεδόν οί νεώτεροι γεωγράφοι, απεδέχθησαν, πλήν τών Αυστριακών στρατιωτικών τοπογράφων, οιτινες εσημείωσαν τάς θέσεις αυτών αντιθέτως (Άζωρος-Δολίχη)». «Τά δέ ερείπια τής Δολίχης δέν έσχον, δυστυχώς, τόν απαιτούμενον χρόνον νά εξερευνήσω, μάλιστα ενεκα του χειμωνος». Το όνομά της το οφείλει, πιθανόν, στην έκτασή της.
Αργότερα, ο γερμανός αρχαιολόγος Friedrich Stahlin αναφέρει ότι: «Εάν η Άζωρος βρισκόταν όπου είναι τώρα η Βουβάλα, τότε η Δολίχη πρέπει να αναζητηθεί στα ανατολικά της, μια και στο Λυκούδι, περίπου, χωρίζεται ο δρόμος ανάμεσα στις δύο πόλεις. Πέρα από αυτό, η Δολίχη βρισκόταν οπωσδήποτε στα βόρεια της Τριπολίτιδας, μια και συνόρευε με την Ελιμιώτιδα.
Η στήλη, στην οποία είχε καταγραφεί η απόφαση για τα σύνορα των δύο περιοχών, που πήρε ο Αμύντας Γ', είχε υψωθεί στην αγορά της Δολίχης. Όπως το αρχαίο όνομα της συριακής Δολίχης διασώθηκε έως σήμερα, παραλλαγμένο, βέβαια, στα ονόματα των χωριών Ντολούκ ή Ντελούκ έτσι και το όνομα της θεσσαλικής Δολίχης φαίνεται πως διασώθηκε στο όνομα του χωριού Ντούχλιστα. Όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί μάς οδηγούν στα ερείπια που είναι κοντά στο Καστρί, μία ώρα στα δυτικά του χωριού Δολίχη (τότε Ντούχλιστα), σε έναν παραπόταμο του Τιταρησίου. Εδώ υψώνεται ένας λόφος, του οποίου η κορυφή ισοπεδώθηκε τεχνητά. Το οροπέδιο περικλείεται από τείχος με μικρές πέτρες».
Σύμφωνα με την Άννα Αβραμέα «δυτικώς του Πυθίου, έκειτο η αρχαία πολίχνη Δολίχη, ερείπια της οποίας επεσημάνθησαν παρά την σημερινήν Δούχλισταν, παρά την θέσιν Καστρίv».
Τέλος, ο Αθανάσιος Τζιαφάλιας, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε έρευνες στην περιοχή, αναφέρει. τα εξής: «Πρόσφατες, όμως, επιφανειακές έρευνες του συγγραφέως στους λόφους Καστρί, Αί-Λιας και Περασιά, στην κοινότητα Δολίχη της Ελασσόνας δεν επεσήμαναν αρχιτεκτονικά λείψανα και άλλες αρχαιολογικές ενδείξεις, που να δικαιολογούν ότι σε κάποια από τις θέσεις αυτές απλωνόταν η αρχαία πόλη. Σε καμιά περίπτωση δεν βρέθηκε ίχνος από το αρχαίο τείχος, το οποίο θα αποτελούσε σαφή ένδειξη για την ύπαρξή της. Για τους ειδικούς, ενδείξεις της αρχαίας κατοίκησης αποτελούν, εκτός βέβαια από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, και τα πενιχρά κατάλοιπα της κεραμικής. Στα υψώματα, όμως, αυτά δεν βρέθηκε κανένα αρχαίο όστρακο. Μόνο στη θέση Καστρί παρατηρήθηκαν αρκετά διάσπαρτα όστρακα κεραμικής, των ύστερων όμως βυζαντινών χρόνων, τα οποία δεν είναι δυνατό να υποδηλώσουν την ύπαρξη και αρχαίου οικισμού. Κατά την γνώμη μου, λοιπόν, τουλάχιστον μετά τις εκτεταμένες προανασκαφικές έρευνές μου, πρέπει να αποκλεισθεί η θέση Καστρί, καθώς και τα άλλα δύο υψώματα, ως χώρος της αρχαίας Δολίχης».
Το 1992 ο γάλλος μελετητής Gerard Lucas παρουσίασε τη διατριβή του στο Πανεπιστήμιο της Lyon με θέμα τις αρχαίες πόλεις της άνω πεδιάδας του Τιταρησίου όπου, έπειτα από επιφανειακές έρευνες κατά τα έτη 1984 και 1986, εντοπίστηκε λίγη κεραμεική μελαμβαφής της ελληνιστικής περιόδου, αλλά και ίχνη οχυρώσεως και κυκλικού πύργου στα νοτιοδυτικά τού πλατώματος με πλάτος 1,20 μ. Τέλος, στα νότια της θέσεως εντοπίστηκαν τάφοι και κοντά στο ρέμα κιβωτιόσχημοι τάφοι με κάλυψη από σχιστολιθικές πλάκες καθώς και παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο.
Το φθινόπωρο του 2002 η 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με οδηγούς τους παραπάνω ερευνητές καθώς και με τη βοήθεια αξιόλογων κατοίκων της περιοχής του Δήμου Λιβαδίου και αφού προηγήθηκε συστηματική επιφανειακή έρευνα σε όλη την περιοχή, ξεκίνησε την ανασκαφική διερεύνηση στη θέση Καστρί, τρία περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Δολίχης, στο αριστερό άκρο του λόφου όπου εντοπίστηκαν ελάχιστα ίχνη κόγχης ιερού. Κατά την έρευνα αυτή αποκαλύφθηκε το μεγαλύτερο μέρος της βασιλικής Α', ο νάρθηκας και τμήμα των προσκτισμάτων στη νοτιοδυτική πλευρά της. Την άνοιξη του 2003 και δυτικά της βασιλικής Α' αποκαλύφθηκε η βασιλική Β' και μέρος της παλαιοχριστιανικής οχύρωσης. Κατά το 2004 η ανασκαφική έρευνα συνεχίστηκε στη δυτική πλευρά της βασιλικής Β' όπου αποκαλύφθηκαν τα κτίσματα του αιθρίου και στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ένας οχυρωματικός πύργος και τμήμα της οχυρώσεως. Τέλος, κατά το 2005 η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως ένα τμήμα των κτισμάτων της ακροπόλεως στο νοτιοανατολικό άκρο της.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Από την μέχρι τούδε έρευνα προκύπτει ότι αποκαλύφθηκε η ακρόπολη μιας άγνωστης μέχρι στιγμής πόλεως, της οποίας η θέση δεν έχει επισημανθεί. Ίσως πρόκειται για την αρχαία πόλη Δολίχη η οποία συνέχισε να επιζεί κατά τη ρωμαϊκή περίοδο και μέχρι το τέλος του 6 αι. μ.Χ. Τούτο υποθέτουμε εκ των στοιχείων που αποκαλύφθηκαν κατά τις ανασκαφικές εργασίες των βασιλικών Α' και Β', καθώς και από την μέχρι τώρα έρευνα του χώρου της ακροπόλεως.
Στο νότιο στυλοβάτη της βασιλικής Α' βρέθηκαν δύο μαρμάρινες βάσεις κιόνων, οι οποίες σώζουν αποσπασματικά επιγραφές του 3ου και του 2ου αι. π.Χ Στη μία αναφέρεται το όνομα ΦΙΛΑ ΕΥΒΙΟΤΟΥ και στη δεύτερη το όνομα ΔΗΜΟΦΙΛ(ΟΣ). Το όνομα Φίλα Ευβιότου αναγράφεται σε 3 επιγραφές, 2 της Δολίχης και 1 του Πυθίου. Σε αυτή του Πυθίου αναφέρεται με το όνομα Φίλα Ευβιότου Δολιχαία. Το όνομα Δημόφιλος επισημαίνεται σε μία επιγραφή ως: Δημόφιλος ήρως αποθανών ανήρ Φίλας.
Ολοκληρώνοντας θα πρέπει να αναφέρουμε τα πορίσματα της διπλωματικής εργασίας του τελειοφοίτου Παναγιώτη Πολυχρονόπουλου για το Καστρί, υπό την επίβλεψη των δρ. Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου Λεκτόρων Ε.Μ.Π. Ευαγγελίας Λάμπρου και Γεωργίου Πανταζή και την εποπτεία του διευθυντή του Εργαστηρίου Γενικής Γεωδαισίας της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Ε.Μ.Π. καθηγητή Δ. Μπαλοδήμου, που αφορά στον αρχαιολογικό χώρο του Καστρίου κατά το 2003 και η οποία παρουσιάστηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 2004.
Για το Καστρί και για την βασιλική Α' φαίνεται ως ημερομηνία κτίσης η 5 Σεπτεμβρίου του 553 και η αβεβαιότητα χρονολόγησης είναι + - 24 έτη. Η συγκεκριμένη ημερομηνία συμπίπτει με την εορτή του προφήτη Ζαχαρία, πατέρα του Προδρόμου.
Τρία περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Δολίχης και σε μικρή απόσταση από τη θέση της Αγίας Τριάδας Μηλέας (3 χλμ.) βρίσκεται το ΚΑΣΤΡΙ. Η θέση αυτή εντοπίζεται επί ενός λόφου με μέγιστο υψόμετρο 5,13 μ. που σχηματίζει πλάτωμα εκτάσεως 7 περίπου στρεμμάτων. Η βόρεια και δυτική πλευρά του λόφου παρουσιάζει απότομες πλαγιές που πιθανότατα να σχηματίστηκαν από τη διάβρωση των πετρωμάτων (αργιλώδη) αφού από κάτω περνά ο ποταμός Τιταρήσιος ο οποίος δημιούργησε μία πλατιά κοίτη.
Φωτογραφία Ολύμπου από το Καστρί
Ο Γάλλος περιηγητής Leon Heuzey, που επισκέφθηκε την περιοχή της Περραιβίας κατά το 1860, αναφέρει στο έργο του ότι θα τοποθετούσε καλύτερα τη μία από τις 3 πόλεις της Τριπολίτιδος, ανάλογα με τα ερείπια που συναντούμε προχωρώντας προς τα δυτικά, σε απόσταση ενός μιλίου, στο ΚΑΣΤΡΙ και ότι κάποτε εκεί υπήρξε οχυρωμένη πόλη και βρέθηκαν νομίσματα και επιγραφές.
Λίγα χρόνια μετά τον Heuzey επισκέφθηκε την περιοχή ο Νικόλαος Γεωργιάδης και αναφέρει ότι θεωρεί τη θέση της αρχαίας Δολίχης στη θέση Καστρί.
Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος γράφει ότι: «Δολίχη δέ επί της θέσεως Καστρί παρά τό χωρίον Δούχλιστα, ου τό όνομα φαίνεται ον τό Δολίχης αυτής παρεφθαρμένογ τήν γνώμην ταύτην, ην πάντες σχεδόν οί νεώτεροι γεωγράφοι, απεδέχθησαν, πλήν τών Αυστριακών στρατιωτικών τοπογράφων, οιτινες εσημείωσαν τάς θέσεις αυτών αντιθέτως (Άζωρος-Δολίχη)». «Τά δέ ερείπια τής Δολίχης δέν έσχον, δυστυχώς, τόν απαιτούμενον χρόνον νά εξερευνήσω, μάλιστα ενεκα του χειμωνος». Το όνομά της το οφείλει, πιθανόν, στην έκτασή της.
Αργότερα, ο γερμανός αρχαιολόγος Friedrich Stahlin αναφέρει ότι: «Εάν η Άζωρος βρισκόταν όπου είναι τώρα η Βουβάλα, τότε η Δολίχη πρέπει να αναζητηθεί στα ανατολικά της, μια και στο Λυκούδι, περίπου, χωρίζεται ο δρόμος ανάμεσα στις δύο πόλεις. Πέρα από αυτό, η Δολίχη βρισκόταν οπωσδήποτε στα βόρεια της Τριπολίτιδας, μια και συνόρευε με την Ελιμιώτιδα.
Η στήλη, στην οποία είχε καταγραφεί η απόφαση για τα σύνορα των δύο περιοχών, που πήρε ο Αμύντας Γ', είχε υψωθεί στην αγορά της Δολίχης. Όπως το αρχαίο όνομα της συριακής Δολίχης διασώθηκε έως σήμερα, παραλλαγμένο, βέβαια, στα ονόματα των χωριών Ντολούκ ή Ντελούκ έτσι και το όνομα της θεσσαλικής Δολίχης φαίνεται πως διασώθηκε στο όνομα του χωριού Ντούχλιστα. Όλοι αυτοί οι ισχυρισμοί μάς οδηγούν στα ερείπια που είναι κοντά στο Καστρί, μία ώρα στα δυτικά του χωριού Δολίχη (τότε Ντούχλιστα), σε έναν παραπόταμο του Τιταρησίου. Εδώ υψώνεται ένας λόφος, του οποίου η κορυφή ισοπεδώθηκε τεχνητά. Το οροπέδιο περικλείεται από τείχος με μικρές πέτρες».
Σύμφωνα με την Άννα Αβραμέα «δυτικώς του Πυθίου, έκειτο η αρχαία πολίχνη Δολίχη, ερείπια της οποίας επεσημάνθησαν παρά την σημερινήν Δούχλισταν, παρά την θέσιν Καστρίv».
Τέλος, ο Αθανάσιος Τζιαφάλιας, ο οποίος φαίνεται ότι έκανε έρευνες στην περιοχή, αναφέρει. τα εξής: «Πρόσφατες, όμως, επιφανειακές έρευνες του συγγραφέως στους λόφους Καστρί, Αί-Λιας και Περασιά, στην κοινότητα Δολίχη της Ελασσόνας δεν επεσήμαναν αρχιτεκτονικά λείψανα και άλλες αρχαιολογικές ενδείξεις, που να δικαιολογούν ότι σε κάποια από τις θέσεις αυτές απλωνόταν η αρχαία πόλη. Σε καμιά περίπτωση δεν βρέθηκε ίχνος από το αρχαίο τείχος, το οποίο θα αποτελούσε σαφή ένδειξη για την ύπαρξή της. Για τους ειδικούς, ενδείξεις της αρχαίας κατοίκησης αποτελούν, εκτός βέβαια από τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, και τα πενιχρά κατάλοιπα της κεραμικής. Στα υψώματα, όμως, αυτά δεν βρέθηκε κανένα αρχαίο όστρακο. Μόνο στη θέση Καστρί παρατηρήθηκαν αρκετά διάσπαρτα όστρακα κεραμικής, των ύστερων όμως βυζαντινών χρόνων, τα οποία δεν είναι δυνατό να υποδηλώσουν την ύπαρξη και αρχαίου οικισμού. Κατά την γνώμη μου, λοιπόν, τουλάχιστον μετά τις εκτεταμένες προανασκαφικές έρευνές μου, πρέπει να αποκλεισθεί η θέση Καστρί, καθώς και τα άλλα δύο υψώματα, ως χώρος της αρχαίας Δολίχης».
Το 1992 ο γάλλος μελετητής Gerard Lucas παρουσίασε τη διατριβή του στο Πανεπιστήμιο της Lyon με θέμα τις αρχαίες πόλεις της άνω πεδιάδας του Τιταρησίου όπου, έπειτα από επιφανειακές έρευνες κατά τα έτη 1984 και 1986, εντοπίστηκε λίγη κεραμεική μελαμβαφής της ελληνιστικής περιόδου, αλλά και ίχνη οχυρώσεως και κυκλικού πύργου στα νοτιοδυτικά τού πλατώματος με πλάτος 1,20 μ. Τέλος, στα νότια της θέσεως εντοπίστηκαν τάφοι και κοντά στο ρέμα κιβωτιόσχημοι τάφοι με κάλυψη από σχιστολιθικές πλάκες καθώς και παλαιοχριστιανικό νεκροταφείο.
Το φθινόπωρο του 2002 η 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, με οδηγούς τους παραπάνω ερευνητές καθώς και με τη βοήθεια αξιόλογων κατοίκων της περιοχής του Δήμου Λιβαδίου και αφού προηγήθηκε συστηματική επιφανειακή έρευνα σε όλη την περιοχή, ξεκίνησε την ανασκαφική διερεύνηση στη θέση Καστρί, τρία περίπου χιλιόμετρα δυτικά της Δολίχης, στο αριστερό άκρο του λόφου όπου εντοπίστηκαν ελάχιστα ίχνη κόγχης ιερού. Κατά την έρευνα αυτή αποκαλύφθηκε το μεγαλύτερο μέρος της βασιλικής Α', ο νάρθηκας και τμήμα των προσκτισμάτων στη νοτιοδυτική πλευρά της. Την άνοιξη του 2003 και δυτικά της βασιλικής Α' αποκαλύφθηκε η βασιλική Β' και μέρος της παλαιοχριστιανικής οχύρωσης. Κατά το 2004 η ανασκαφική έρευνα συνεχίστηκε στη δυτική πλευρά της βασιλικής Β' όπου αποκαλύφθηκαν τα κτίσματα του αιθρίου και στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ένας οχυρωματικός πύργος και τμήμα της οχυρώσεως. Τέλος, κατά το 2005 η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως ένα τμήμα των κτισμάτων της ακροπόλεως στο νοτιοανατολικό άκρο της.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Από την μέχρι τούδε έρευνα προκύπτει ότι αποκαλύφθηκε η ακρόπολη μιας άγνωστης μέχρι στιγμής πόλεως, της οποίας η θέση δεν έχει επισημανθεί. Ίσως πρόκειται για την αρχαία πόλη Δολίχη η οποία συνέχισε να επιζεί κατά τη ρωμαϊκή περίοδο και μέχρι το τέλος του 6 αι. μ.Χ. Τούτο υποθέτουμε εκ των στοιχείων που αποκαλύφθηκαν κατά τις ανασκαφικές εργασίες των βασιλικών Α' και Β', καθώς και από την μέχρι τώρα έρευνα του χώρου της ακροπόλεως.
Στο νότιο στυλοβάτη της βασιλικής Α' βρέθηκαν δύο μαρμάρινες βάσεις κιόνων, οι οποίες σώζουν αποσπασματικά επιγραφές του 3ου και του 2ου αι. π.Χ Στη μία αναφέρεται το όνομα ΦΙΛΑ ΕΥΒΙΟΤΟΥ και στη δεύτερη το όνομα ΔΗΜΟΦΙΛ(ΟΣ). Το όνομα Φίλα Ευβιότου αναγράφεται σε 3 επιγραφές, 2 της Δολίχης και 1 του Πυθίου. Σε αυτή του Πυθίου αναφέρεται με το όνομα Φίλα Ευβιότου Δολιχαία. Το όνομα Δημόφιλος επισημαίνεται σε μία επιγραφή ως: Δημόφιλος ήρως αποθανών ανήρ Φίλας.
Ολοκληρώνοντας θα πρέπει να αναφέρουμε τα πορίσματα της διπλωματικής εργασίας του τελειοφοίτου Παναγιώτη Πολυχρονόπουλου για το Καστρί, υπό την επίβλεψη των δρ. Τοπογράφων Μηχανικών του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου Λεκτόρων Ε.Μ.Π. Ευαγγελίας Λάμπρου και Γεωργίου Πανταζή και την εποπτεία του διευθυντή του Εργαστηρίου Γενικής Γεωδαισίας της Σχολής Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του Ε.Μ.Π. καθηγητή Δ. Μπαλοδήμου, που αφορά στον αρχαιολογικό χώρο του Καστρίου κατά το 2003 και η οποία παρουσιάστηκε στην Αθήνα τον Μάρτιο του 2004.
Για το Καστρί και για την βασιλική Α' φαίνεται ως ημερομηνία κτίσης η 5 Σεπτεμβρίου του 553 και η αβεβαιότητα χρονολόγησης είναι + - 24 έτη. Η συγκεκριμένη ημερομηνία συμπίπτει με την εορτή του προφήτη Ζαχαρία, πατέρα του Προδρόμου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου